εὕροι

εὕροι
εὕροῑ , εὑρίσκω
find
aor opt act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Εὖροι — Εὖρος the East wind masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὖροι — ἐύρρους masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διάφορο — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 420 μ., 48 κάτ.) του νομού Ξάνθης. Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του νομού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μύκης. * * * το (AM διάφορον) τόκος χρημάτων («έβαλα τα χρήματα μου στο διάφορο») νεοελλ. 1. κέρδος, ωφέλεια,… …   Dictionary of Greek

  • ετησίες — οι (Α ἐτησίαι) [έτος] (πολλές φορές συνοδεύεται από τη λέξη άνεμοι) περιοδικοί βόρειοι άνεμοι που πνέουν το καλοκαίρι στην ανατολική λεκάνη τής Μεσογείου, οι μεσογειακοί μουσσώνες, τα μελτέμια αρχ. 1. ο άνεμος Εύρος, δηλ. ο νοτιοανατολικός, κν.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”